Σελίδες

29 Απριλίου 2010

Από την ταπείνωση στον εκμαυλισμό | Κρίση 01

 
 
 
Το θέμα ήταν, όπως πάντα, να βγει νοκ-άουτ εκείνη η κρίσιμη μάζα πολιτών, που διέθεταν αγωνιστικό φρόνημα, οξεία αίσθηση κοινωνικής αλληλεγγύης, ζωντανό ενδιαφέρον για υποθέσεις πέρα από τα άμεσα ενδιαφέροντα και συμφέροντά τους, ματιά πέρα από τη δική τους γενιά και ηθικές αντιστάσεις απέναντι στην αδικοπραξία. Ορίστε :
 
Α΄φάση (1950-1974): Ταπείνωση
Διαβάζουμε από τον Λάζαρο Αρσενίου στο Η Γένεση του Εμφύλιου και οι Συνέπειες αυτού (εκδόσεις Ελλα, Λάρισα, 2001):
«Η ελληνική Άρχουσα Τάξη πανηγύρισε για τη νίκη της στον Εμφύλιο Πόλεμο. Και την εκμεταλλεύτηκε, όχι για το έθνος υπέρ του οποίου ισχυριζόταν ότι τον είχε αναλάβει, αλλά για τον εαυτό της. Μόλις εξασφαλίστηκε η νίκη της αυτή, απομάκρυνε από την εξουσία τους Κεντρώους πολιτικούς που την εξυπηρέτησαν στην κατάκτησή της, και βάλθηκε να ανυψώσει σε μονοκομματικό πλέον κράτος το καθεστώς της Άκρας Δεξιάς (…)
Κριτήριο για κάθε πρόσληψη, μέχρι νεκροθάπτου, και για κάθε προώθηση, μέχρι κλητήρος, τέθηκε η υποταγή σε κρατούντα. Τα κριτήρια αυτά λειτουργούσαν σαν μαγνήτης, που ανέσυρε από την αφάνεια κι από το βυθό μετριότητες και άτομα μειωμένων αναστολών. (…)
Από τη δεκαετία του ’50 συρρέει συνάλλαγμα από τη ναυτιλία, από τους παλιούς μετανάστες στην Αμερική και από τον τουρισμό, αλλά κυβερνήσεις και τράπεζες (όλες κρατικές τότε) το διοχέτευαν σε μεσάζοντες. (…) 
Η λεηλασία του δημόσιου πλούτου και η συναλλαγή έγιναν αποδεκτός τρόπος ζωής. (…)
Οι πλουτίσαντες στην Κατοχή από την εμπορία τροφίμων, στράφηκαν και τώρα προς αυτήν. Αυτήν ήξεραν από τότε, με αυτήν πλούτισαν επίσης τότε, αυτήν χρησιμοποίησαν και τώρα για συνέχιση του πλουτισμού τους. Με μια διαφορά: στην Κατοχή ασκούσαν εμπορία με τη Μαύρη Αγορά, σε συνεργασία με τους κατακτητές. Τώρα την ασκούσαν παρασιτικά, ληστρικά, σε συνεργασία με τις κρατικές τράπεζες και την κυβέρνηση. Εισάγουν με το συνάλλαγμα τρόφιμα, δηλαδή προϊόντα Γεωργίας, πέραν των αναγκών της χώρας. Κυβέρνηση και τράπεζες που χορηγούν το συνάλλαγμα, διευκολύνουν την διάθεσή τους στην εσωτερική αγορά με διατήρηση κάτω του κόστους των τιμών των εγχωρίων, ώστε να αποθαρρύνεται η παραγωγή τους. Καταδιωκόμενα έτσι τα ελληνικά, δέχθηκαν έναν ανελέητο ανταγωνισμό μέσα στο Εθνικό τους έδαφος από τα εισαγόμενα. Μόνο για την εισαγωγή γαλακτοκομικών στη δεκαετία του εξήντα η Ελλάδα δαπάνησε ένα δις δολαρίων ετησίως, ενώ η εγχώριος κτηνοτροφία καταδιωκόταν για να μειώνει την παραγωγή της. (…)
Στο μεταξύ οι πρώην μαυραγορίτες και τράπεζες θησαύριζαν. Η ελληνική οικονομική ολιγαρχία ζυμώθηκε μεταπολεμικά με μανδύα τους μαυραγορίτες. (…)
Μεσάζοντες και κοντραμπατζήδες εξασκημένοι στο «πάρε-δώσε» και στη φιλοσοφία της «αρπαχτής», άφησαν στο κράτος τις παραγωγικές μονάδες και κράτησαν για τον εαυτό τους τις κρατικές προμήθειες και τα κρατικά έργα, που δίνουν εύκολα, γρήγορα και χωρίς επιχειρηματικούς κινδύνους άφθονο χρήμα. Και μένουν όλοι ικανοποιημένοι. Η Άρχουσα Τάξη έχει τρόπο να κερδίζει και τα κόμματα να κατακτούν (με την άνοδό τους στην κυβέρνηση) τα λάφυρα της εξουσίας: αμέτρητες «καρέκλες» για διορισμούς σε κρατικές επιχειρήσεις, οργανισμούς και τράπεζες και δικαίωμα διαχείρισης του άφθονου πλούτου τους, με ό,τι άλλο συνεπάγεται αυτή. Η άρχουσα τάξη άλλων χωρών πραγματοποίησε την πρωταρχική συσσώρευσή της «αιμοσταγώς», αρπάζοντας πρώτες ύλες και αγροτικά προϊόντα αποικιακών λαών. Επειδή η Ελλάδα δεν έχει Αποικίες, η μεταπολεμική ελληνική άρχουσα τάξη μεταχειρίστηκε τον ελληνικό λαό ως αποικιακό. Πραγματοποιεί και αυτή την πρωταρχική συσσώρευση της «αιμοσταγώς», αλλά μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων. (…)
Στα περιθώρια αυτού του κρατισμού, δραστηριοποιούνταν παρασιτικά και ληστρικά, και αναπτυσσόταν, κερδοφόρα ιδιωτική πρωτοβουλία. (…)
Το ελληνικό πολιτικό, νομικό, πολιτιστικό και ηθικό εποικοδόμημα ανδρώθηκε επί υποστρώματος «φιλοτεχνηθέντος» υπό της Άρχουσας Τάξης, στους κόλπους της οποίας βρήκαν θαλπωρή μαυραγορίτες, δοσίλογοι και άτομα μειωμένων ηθικών αναστολών, φορείς της φιλοσοφίας της αρπαχτής και του παρασιτικού-ληστρικού τρόπου πλουτισμού. (….) 
Η μεταπολεμική ελληνική Άρχουσα Τάξη κατασκεύασε έτσι μια ξεχωριστή ειδική κρατική μηχανή, που λειτουργεί χωριστά από την κρατική αλλά σε στεγανά, μεθοδικά και με ταχυδακτυλουργική επιτηδειότητα.»
Λάζαρος Αρσενίου, Η Γένεση του Εμφύλιου και οι Συνέπειες αυτού
Β' φάση (1975-σήμερα): Εκμαυλισμός

Ε, λοιπόν, όσα κι όσους δεν απόκαμε η Ταπείνωση, τα παρέλαβε και τα ανέλαβε η Ενσωμάτωση: το δικαίωμα στην αρπαχτή αναγνωρίστηκε σαν λαϊκό δικαίωμα και προτάθηκε σαν τρόπος ζωής από το «Τσοβόλα δώστα όλα» μέχρι τα μαζικά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, που αποθεώνουν τη μαλακία και τη διανοητική χλαπάτσα...

11 σχόλια:

  1. Απότομα πέρασες από τη μία στην άλλη φάση, εκτός κι αν -από όσο δείχνει το (1) στον τίτλο- δείξεις και τη μετάβαση και εκτενέστερα την β' φάση.
    Νομίζω ότι το κείμενο δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε, μετεμφυλιακά (1950-1974)Ακροδεξιά και Δεξιά. Ανάμεσα στην κυρίαρχη Δεξιά και στο τσοπανόσκυλό της την Ακροδεξιά, τις σχέσεις μοιράσματος της πίττας αναμεταξύ τους, τις κόντρες και τα μέτρα αποσόβησης των διενέξεων αυτών (νοθεία, αποστασία, εν τέλει δικτατορία). Όχι ότι το κείμενο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γιάννη,
    δίκιο έχεις αλλά η ανάρτηση δεν διεκδικεί τίτλο ιστορικής ανάλυσης αλλά προκλητικής υπενθύμισης σε χοντρές γραμμές - στη 2η φάση δεν επέμεινα παραπάνω γιατί είναι πρόσφατη και δεν δυσκολευόμαστε να θυμηθούμε κατά πόσον ο τίτλος της ταιριάζει με το περιεχόμενό της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αγαπητοί,

    διαβάζω μανιωδώς ότι βρίσκω περί κρίσης. Αυτό που έμαθα από αυτή την μικρή, αλλά πολύτιμη υπενθύμιση της ανάρτησης είναι κάτι που δεν έχω συναντήσει ξανά και που αξίζει να γίνει αντικείμενο περισσότερης μελέτης.

    Δηλαδή: Το δικομματικό μεταπολιτευτικό καθεστώς (το πασοκικο-νεοδημοκρατικό) είναι η αναβίωση του πνεύματος του μεταεμφυλιακού καθεστώτος... Το μεταπολιτευτικό καθεστώς είναι η συνέχεια του συντεχνιακού-παρασιτικού που άρχιζε να ριζώνει μετά τον εμφύλιο. Οι περισσότεροι κάνουν μια ορθή ανάλυση της μεταπολίτευσης, αλλά υστερούν στη "γενεαλογία" της "παρασιτικής" οικονομίας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Δεν βλέπουν την γενικότερη εικόνα, το παγκόσμιο μοίρασμα. Αυτή η σύνδεση που κάνετε είναι σημαντική, παρότι δεν αναπτυσεται.

    Η μεταπολίτευση είναι η πολιτική συνέχεια του μεταεμφυλιακού κράτους. Και αυτό λέει πολλά για την ελληνική Αριστερά και Δεξιά, και φυσικά για τους μύθους της μεταπολίτευσης.

    Καλό θα ήταν αναπτύξετε αυτή τη σύνδεση.

    Γιώργος Σ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Και ας μην ξεχνάμε πως η Ελληνική Αστική Τάξη γεννήθηκε γριά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών βεβαίως,
    μεταπολιτευτικό=μεταπολεμικό...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αγαπητέ Γιώργο Σ.,

    πολύ σωστά: πρέπει να φανερωθεί η γενεαλογία, όπως το λες. Θα αναπτύξω την ανάρτηση. Σ' ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Χι, χι!
    Εμένα μού άρεσε το
    " Επειδή η Ελλάδα δεν έχει Αποικίες, η μεταπολεμική ελληνική άρχουσα τάξη μεταχειρίστηκε τον ελληνικό λαό ως αποικιακό. "

    Προφανώς σε γενικές γραμμές καλά τα λέει το άρθρο και εννοείται ότι υπάρχει ιστορική συνέχεια.
    Αλλά υπάρχουν ΚΑΙ μεταβολές.
    (Έχω μία αλλεργία στην ιστορική συνέχεια, γιατί στο Ελλάδα όταν ξεκινάμε να λέμε για αυτήν, καταλήγουμε στο "για όλα φταίει η Τουρκοκρατία").

    Ελάτε μωρέ, δεν χρειάζεται και τόση εμβριθής ανάλυση.
    Ως ημιμπανανία φερθήκαμε και ως ημιμπανανία μάς φέρθηκαν. Και φυσικά κάθε μπανανία έχει τα εσωτερικά της αρπαχτικά.

    Idom

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Τρίτη εγεννήθη ο Διγενής και Τρίτη θα πεθάνει.
    Πιάνει καλεί τους φίλους του κι όλους τ΄ς ανδρειωμένους.
    Νά΄λθει ο Μηνάς κι ο Μαυραϊλής, νά΄λθει κι υιός του Δράκου,
    Νά΄λθει κι ο Τρεμαντάχειλος, που τρέμει η γη κι ο κόσμος.
    Κι επήγαν και τον ηύρανε στον κάμπο ξαπλωμένον.
    Βογκάει, τρέμουν τα βουνά, βογκάει, τρέμουν οι κάμποι.
    « Σαν τι να σ’ ηύρε, Διγενή, και θέλεις να πεθάνεις ;
    - Φίλοι, καλώς ορίσατε, φίλοι κι αγαπημένοι,
    συχάσατε, καθίσατε, κι εγώ σας αφηγιέμαι.
    Της Αραβίνας τα βουνά, της Σύρας τα λαγκάδια,
    που εκεί συνδυό δεν περπατούν, συντρείς δεν κουβεντιάζουν,
    παρά πενήντα κι εκατό, και πάλιν φόβον έχουν,
    κι εγώ μονάχος πέρασα, πεζός κι αρματωμένος,
    με τετραπίθαμο σπαθί, με τρείς οργιές κοντάρι.
    Βουνά καί κάμπους έδειρα, βουνά και καταράχια,
    νυχτιές χωρίς αστροφεγγιά, νυχτιές χωρίς φεγγάρι.
    Και τόσα χρόνια που έζησα δω στον απάνω κόσμο,
    κανέναν δεν φοβήθηκα απ΄ τους ανδρειωμένους.
    Τώρα είδα έναν ξυπόλητον καὶ λαμπροφορεμένον,
    πούχει της λύγκας τα πλουμιά, της αστραπής τα μάτια,
    με κράζει να παλεύσουμε στα μαρμαρένια αλώνια,
    κι όποιος νικήσει από τους δυό να παίρνει την ψυχήν του. »

    Κι επήγαν και παλεύσασι στα μαρμαρένια αλώνια,
    κι όθεν κτυπά ο Διγενής, το αίμα αυλάκι κάμνει,
    κι όθεν κτυπά ο Χάροντας, το αίμα τράφο κάμνει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. γιαννη μου πολυ ενδιαφερον κειμενο, αξιζει οντως η αναπτυξη του
    αλεξης Σ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Θένξ φιλέ μου Αλέξη, το συνεχίζω σπεύδοντας βραδέως :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Ποτέ δεν υπήρξε πραγματική ελληνική αστική τάξη,αλλά Μεταπρατική-κρατικοσυντήρητη τάξη όπως έγραψε και ο Κ.Μοσκώφ κάποτε.Γι'αυτό και δεν υπήρξε ποτέ πραγματική αστική δημοκρατία.Και το επιβεβαιώνει η ιστορία,όχι μόνο μετεμφυλιακά,αλλά ήδη από τη βαυαροκρατία,που ανάλογία της ζούμε και σήμερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή